Πολλοί από εμάς προσπαθώντας να αναθρέψουμε τα παιδιά μας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, διερευνούμε κάθε τι που βλέπουμε στη συμπεριφορά του παιδιού. Πολλές φορές βλέποντας ένα σύμπτωμα στο παιδί κινδυνολογούμε και ανησυχούμε για το χειρότερο. Ένα από αυτά τα θέματα, που συχνά απασχολεί ένα γονιό στην προσχολική ηλικία, είναι η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής, γνωστή ως υπερκινητικότητα. Τα παιδιά σ' αυτή την ηλικία είναι πολύ ζωηρά και οι γονείς συγχέουν τη ζωηράδα τους με την υπερκινητικότητα.
Η υπερκινητικότητα, όμως, δεν είναι τόσο συχνή όσο πιστεύεται. Παρόλο που πολλά παιδιά, ιδίως αγόρια, μπορούν να χαρακτηριστούν υπερκινητικά ή ανίκανα να καθίσουν ήσυχα ή να συγκεντρωθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα, η πραγματική κλινική εικόνα απαιτεί έναν συγκεκριμένο αριθμό συνυπαρχόντων δυσκολιών.
Αυτές, πιθανώς, προσβάλλουν 1 στα 100 παιδιά κάτω των 7 ετών. Είναι πιο συνηθισμένη στα αγόρια απ' ότι στα κορίτσια περίπου στο τριπλάσιο. Τα παιδιά με υπερκινητικότητα είναι συνήθως πολύ ανήσυχα και δυσκολεύονται να μείνουν για πολλή ώρα στο ίδιο σημείο. Είναι ακατάστατα, αδέξια και συχνά μπορεί να κάνουν ζημιές και να προκαλούν αναστάτωση στο περιβάλλον τους.
Ένα άλλο στοιχείο που τα χαρακτηρίζει είναι ανυπομονησία. Τα περισσότερα από αυτά δεν περιμένουν να ακούσουν μέχρι το τέλος τις οδηγίες που τους δίνονται, προτού εκτελέσουν μια δραστηριότητα. Είναι αλήθεια ότι κατά την προσχολική ηλικία η αυξημένη κινητική δραστηριότητα θεωρείται φυσιολογική και αναμενόμενη. Η διάκριση μεταξύ φυσιολογικής ζωηρότητας και υπερκινητικότητας σε αυτό το αναπτυξιακό στάδιο είναι αρκετά δύσκολη.
Πώς, όμως, μπορούμε να διαχωρίσουμε εάν το παιδί μας είναι υπερκινητικό ή απλά πολύ ζωηρό;
Υπάρχουν ενδείξεις που διαφοροποιούν τη συμπεριφορά των παιδιών με υπερκινητικότητα από αυτή των συνομηλίκων.
Πρώτα από όλα η διαφορά αφορά την ικανότητα και τον βαθμό ελέγχου της κινητικής δραστηριότητας ανάλογα με τις περιστάσεις. Ένα ζωηρό παιδί είναι σε θέση να ελέγξει την κινητικότητα σε περιπτώσεις που δεν είναι ενδεδειγμένη, σε αντίθεση με ένα υπερκινητικό που δεν δύναται να ελέγξει τη κινητικότητά του σε οποιαδήποτε περίπτωση. Τέτοιου είδους περιπτώσεις είναι την ώρα του μαθήματος στο σχολείο.
Δεύτερον, τα παιδιά με υπερκινητικότητα αντιμετωπίζουν δυσκολίες σε δραστηριότητες που θέλουν λεπτές κινήσεις και είναι αδέξια. Αντίθετα τα ζωηρά παιδιά δεν αντιμετωπίζουν τέτοιου είδους δυσκολίες και μπορεί μάλιστα να είναι εξαιρετικά επιδέξια. Τέτοιες δραστηριότητες είναι η ζωγραφική και η γραφή.
Ένα άλλο φαινόμενο που συναντάται στα παιδιά με υπερκινητικότητα είναι ο ανήσυχος ύπνος που κάνουν. Τα βράδια στριφογυρνάνε στο κρεβάτι τους συνεχώς. Συμπεριφορά που δεν παρουσιάζουν κατά τη διάρκεια του ύπνου τους τα ζωηρά παιδιά.
Ένα από τα βασικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα υπερκινητικά παιδιά είναι η καθυστέρηση στην ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας. Πρόβλημα που δεν παρουσιάζεται στα ζωηρά παιδιά.
Άλλη ειδοποιός διαφορά είναι ότι τα υπερκινητικά παιδιά δεν μπορούν να συγκεντρωθούν χωρίς πολύ υψηλό κίνητρο, διότι η ικανότητα συγκέντρωσης είναι περιορισμένη. Χαρακτηριστικό που δεν συναντάται στα ζωηρά παιδιά.
Τέλος, τα υπερκινητικά παιδιά είναι ευερέθιστα και ευέξαπτα και παρουσιάζουν σε μεγαλύτερη συχνότητα από τα συνομήλικά τους ζωηρά παιδιά προκλητική και αντιδραστική συμπεριφορά.
Πότε επισκεπτόμαστε ειδικό ψυχικής υγείας;
Σε περίπτωση που οι παραπάνω ενδείξεις συνυπάρχουν και έχουν εμφανιστεί κάτω από την ηλικία των 7 ετών για έξι συνεχόμενους μήνες συνίσταται οι γονείς να επισκεφτούν έναν ειδικό ψυχικής υγείας προκειμένου να γίνει διάγνωση.
Ελευθερία Στεργιοπούλου, Ψυχολόγος για παιδιά, εφήβους & οικογένεια
Πώς, όμως, μπορούμε να διαχωρίσουμε εάν το παιδί μας είναι υπερκινητικό ή απλά πολύ ζωηρό;
Υπάρχουν ενδείξεις που διαφοροποιούν τη συμπεριφορά των παιδιών με υπερκινητικότητα από αυτή των συνομηλίκων.
Πρώτα από όλα η διαφορά αφορά την ικανότητα και τον βαθμό ελέγχου της κινητικής δραστηριότητας ανάλογα με τις περιστάσεις. Ένα ζωηρό παιδί είναι σε θέση να ελέγξει την κινητικότητα σε περιπτώσεις που δεν είναι ενδεδειγμένη, σε αντίθεση με ένα υπερκινητικό που δεν δύναται να ελέγξει τη κινητικότητά του σε οποιαδήποτε περίπτωση. Τέτοιου είδους περιπτώσεις είναι την ώρα του μαθήματος στο σχολείο.
Δεύτερον, τα παιδιά με υπερκινητικότητα αντιμετωπίζουν δυσκολίες σε δραστηριότητες που θέλουν λεπτές κινήσεις και είναι αδέξια. Αντίθετα τα ζωηρά παιδιά δεν αντιμετωπίζουν τέτοιου είδους δυσκολίες και μπορεί μάλιστα να είναι εξαιρετικά επιδέξια. Τέτοιες δραστηριότητες είναι η ζωγραφική και η γραφή.
Ένα άλλο φαινόμενο που συναντάται στα παιδιά με υπερκινητικότητα είναι ο ανήσυχος ύπνος που κάνουν. Τα βράδια στριφογυρνάνε στο κρεβάτι τους συνεχώς. Συμπεριφορά που δεν παρουσιάζουν κατά τη διάρκεια του ύπνου τους τα ζωηρά παιδιά.
Ένα από τα βασικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα υπερκινητικά παιδιά είναι η καθυστέρηση στην ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας. Πρόβλημα που δεν παρουσιάζεται στα ζωηρά παιδιά.
Άλλη ειδοποιός διαφορά είναι ότι τα υπερκινητικά παιδιά δεν μπορούν να συγκεντρωθούν χωρίς πολύ υψηλό κίνητρο, διότι η ικανότητα συγκέντρωσης είναι περιορισμένη. Χαρακτηριστικό που δεν συναντάται στα ζωηρά παιδιά.
Τέλος, τα υπερκινητικά παιδιά είναι ευερέθιστα και ευέξαπτα και παρουσιάζουν σε μεγαλύτερη συχνότητα από τα συνομήλικά τους ζωηρά παιδιά προκλητική και αντιδραστική συμπεριφορά.
Πότε επισκεπτόμαστε ειδικό ψυχικής υγείας;
Σε περίπτωση που οι παραπάνω ενδείξεις συνυπάρχουν και έχουν εμφανιστεί κάτω από την ηλικία των 7 ετών για έξι συνεχόμενους μήνες συνίσταται οι γονείς να επισκεφτούν έναν ειδικό ψυχικής υγείας προκειμένου να γίνει διάγνωση.
Ελευθερία Στεργιοπούλου, Ψυχολόγος για παιδιά, εφήβους & οικογένεια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου