Αρκετά μειωμένα είναι τα ποσά, τα οποία ξοδεύουν κάθε μήνα τα νοικοκυριά στο Super Market σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Η παρατεταμένη περίοδος οικονομικής ύφεσης που πλήττει τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια αναπόφευκτα έχει επηρεάσει και το δυναμικό κλάδο των Super Markets. Οι κυριότερες επιπτώσεις της κρίσης αποτυπώνονται στην αλλαγή της καταναλωτικής συμπεριφοράς και της μείωση της αξίας του μέσου “καλαθιού” αγορών των νοικοκυριών.
Οι καταναλωτές έχουν ελαχιστοποιήσει τις παρορμητικές αγορές, συγκρίνουν τις τιμές των προϊόντων στα καταστήματα, αναζητώντας το βέλτιστο συνδυασμό μεταξύ κόστους και αξίας. Ως εκ τούτου, όπως επισημαίνεται στην κλαδική μελέτη που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τη Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της ICAP GROUP ΑΕ, η συνολική αγορά των Super Markets και Cash & Carry κινείται σε πτωτική τροχιά την τελευταία πενταετία, διαμορφούμενη στο ποσό των €11 δισ. το 2014.
Ο ανταγωνισμός που επικρατεί στον κλάδο οξύνεται συνεχώς, ωθώντας τις εταιρείες στο να αναζητούν συνεχώς νέες στρατηγικές ανάπτυξης ακόμη και επιβίωσης. Από την ανάλυση του ομαδοποιημένου ισολογισμού, ο οποίος συνετάχθη βάσει δείγματος 58 επιχειρήσεων του κλάδου, προκύπτουν τα εξής: το σύνολο του ενεργητικού ανήλθε σε €4,03 δισ. το 2013 εμφανίζοντας μείωση 1,8% σε σχέση με το 2012, λόγω της μείωσης της αξίας των απαιτήσεων (κυρίως) και των διαθεσίμων. Τα συνολικά ίδια κεφάλαια αυξήθηκαν κατά 2,9% την ίδια περίοδο, ανερχόμενα στο ποσό των €1,3 δισ.
Μείωση κατέγραψαν τόσο οι συνολικές μεσο-μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις & προβλέψεις (κατά 3,4%) όσο και οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις (κατά 3,9%) το 2013/2012. Από την επεξεργασία των αποτελεσμάτων χρήσεων διαπιστώνεται ότι: οι συνολικές πωλήσεις διαμορφώθηκαν σε €7,41 δισ. το 2013, μειωμένες κατά 1,6% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Τα συνολικά μικτά κέρδη υποχώρησαν κατά 2,9%. Ωστόσο, η μείωση των λοιπών λειτουργικών εξόδων (κατά €53,3 εκ. ή 3,4%) οδήγησε σε βελτίωση του λειτουργικού αποτελέσματος (κατά 1,3%), το οποίο διαμορφώθηκε σε €156,3 εκ. το 2013. Τελικά, το καθαρό αποτέλεσμα (προ φόρου) των συγκεκριμένων εταιρειών αυξήθηκε κατά 3,7% το 2013/12 και ανήλθε σε €134,9 εκ. το 2013. Αντίθετα, τα κέρδη EBITDA υποχώρησαν κατά 10,4%, διαμορφούμενα σε €302,3 εκ. το ίδιο έτος.
Ο ανταγωνισμός που επικρατεί στον κλάδο οξύνεται συνεχώς, ωθώντας τις εταιρείες στο να αναζητούν συνεχώς νέες στρατηγικές ανάπτυξης ακόμη και επιβίωσης. Από την ανάλυση του ομαδοποιημένου ισολογισμού, ο οποίος συνετάχθη βάσει δείγματος 58 επιχειρήσεων του κλάδου, προκύπτουν τα εξής: το σύνολο του ενεργητικού ανήλθε σε €4,03 δισ. το 2013 εμφανίζοντας μείωση 1,8% σε σχέση με το 2012, λόγω της μείωσης της αξίας των απαιτήσεων (κυρίως) και των διαθεσίμων. Τα συνολικά ίδια κεφάλαια αυξήθηκαν κατά 2,9% την ίδια περίοδο, ανερχόμενα στο ποσό των €1,3 δισ.
Μείωση κατέγραψαν τόσο οι συνολικές μεσο-μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις & προβλέψεις (κατά 3,4%) όσο και οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις (κατά 3,9%) το 2013/2012. Από την επεξεργασία των αποτελεσμάτων χρήσεων διαπιστώνεται ότι: οι συνολικές πωλήσεις διαμορφώθηκαν σε €7,41 δισ. το 2013, μειωμένες κατά 1,6% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Τα συνολικά μικτά κέρδη υποχώρησαν κατά 2,9%. Ωστόσο, η μείωση των λοιπών λειτουργικών εξόδων (κατά €53,3 εκ. ή 3,4%) οδήγησε σε βελτίωση του λειτουργικού αποτελέσματος (κατά 1,3%), το οποίο διαμορφώθηκε σε €156,3 εκ. το 2013. Τελικά, το καθαρό αποτέλεσμα (προ φόρου) των συγκεκριμένων εταιρειών αυξήθηκε κατά 3,7% το 2013/12 και ανήλθε σε €134,9 εκ. το 2013. Αντίθετα, τα κέρδη EBITDA υποχώρησαν κατά 10,4%, διαμορφούμενα σε €302,3 εκ. το ίδιο έτος.
Οι μεγαλύτερες αλυσίδες Super Markets έχουν παρουσία σε όλες σχεδόν τις Περιφέρειες. Σύμφωνα με την έρευνα - μελέτη της ICAP που πραγματοποιήθηκε σε σημαντικό αριθμό επιχειρήσεων, το 2014 οι έντεκα (11) μεγαλύτερες αλυσίδες του κλάδου (βάσει κύκλου εργασιών) εκμεταλλεύονται συνολικά 2.080 καταστήματα σε όλη την Ελλάδα. Η Αττική συγκεντρώνει τη μερίδα του λέοντος, ήτοι το 37,2% του συνόλου των καταστημάτων και ακολουθεί στη δεύτερη θέση η Κεντρική Μακεδονία με 24,2%.
Ο ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων είναι ιδιαίτερα έντονος κυρίως την τελευταία πενταετία, λόγω και της οικονομικής συγκυρίας η οποία έχει περιορίσει τις καταναλωτικές δαπάνες. H μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών για τα προϊόντα των super markets εκτιμάται σε €262 το 2014, μειωμένη κατά 9,7% σε σχέση με το 2013 και κατά 21,1% σε σύγκριση με το 2012, σύμφωνα με έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Είναι γεγονός ότι, τα τελευταία χρόνια οι μεγάλες αλυσίδες του κλάδου ενέτειναν τις προωθητικές τους ενέργειες (εκπτώσεις, προσφορές, κ.λπ.), προκειμένου να περιορίσουν τις απώλειες της ζήτησης, να προσελκύσουν το καταναλωτικό κοινό και να ενισχύσουν τις πωλήσεις τους αποσπώντας ουσιαστικά μερίδιο από τον ανταγωνισμό.
Παράλληλα, οι αλυσίδες προσφέρουν ορισμένες καινοτόμες υπηρεσίες και προϊόντα, που συνάδουν με τη γενικότερη αλλαγή των καταναλωτικών συνηθειών. Στο πλαίσιο αυτό, προκειμένου να επικοινωνήσουν τις συγκεκριμένες κινήσεις και να διαφοροποιηθούν από τους ανταγωνιστές τους, επένδυσαν σημαντικά κονδύλια στην προβολή - διαφήμιση των καταστημάτων ή / και υπηρεσιών - προϊόντων τους. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι η συνολική διαφημιστική δαπάνη των επιχειρήσεων του κλάδου μόνο μέσω των Μ.Μ.Ε (τηλεόραση, εφημερίδες, περιοδικά και ραδιόφωνο) μετά τη μείωση που υπέστη το 2011 κατά 23%, κατέγραψε σημαντική αύξηση την επόμενη τριετία, καθώς διαμορφώθηκε στο ποσό των €76,7 εκατ. το 2014 από €19,1 εκατ. το 2011.
Όπως σημειώνει η Διευθύντρια Οικονομικών και Κλαδικών Μελετών της ICAP GROUP, κα Σταματίνα Παντελαίου το 2010 ήταν η πρώτη χρονιά, έπειτα από μια εικοσαετία (τουλάχιστον) ανοδικής πορείας, κατά την οποία η αξία της συνολικής αγοράς των Super Markets και Cash & Carry παρουσίασε αρνητικό ετήσιο ρυθμό μεταβολής (-1,4%).
Παράλληλα, οι αλυσίδες προσφέρουν ορισμένες καινοτόμες υπηρεσίες και προϊόντα, που συνάδουν με τη γενικότερη αλλαγή των καταναλωτικών συνηθειών. Στο πλαίσιο αυτό, προκειμένου να επικοινωνήσουν τις συγκεκριμένες κινήσεις και να διαφοροποιηθούν από τους ανταγωνιστές τους, επένδυσαν σημαντικά κονδύλια στην προβολή - διαφήμιση των καταστημάτων ή / και υπηρεσιών - προϊόντων τους. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι η συνολική διαφημιστική δαπάνη των επιχειρήσεων του κλάδου μόνο μέσω των Μ.Μ.Ε (τηλεόραση, εφημερίδες, περιοδικά και ραδιόφωνο) μετά τη μείωση που υπέστη το 2011 κατά 23%, κατέγραψε σημαντική αύξηση την επόμενη τριετία, καθώς διαμορφώθηκε στο ποσό των €76,7 εκατ. το 2014 από €19,1 εκατ. το 2011.
Όπως σημειώνει η Διευθύντρια Οικονομικών και Κλαδικών Μελετών της ICAP GROUP, κα Σταματίνα Παντελαίου το 2010 ήταν η πρώτη χρονιά, έπειτα από μια εικοσαετία (τουλάχιστον) ανοδικής πορείας, κατά την οποία η αξία της συνολικής αγοράς των Super Markets και Cash & Carry παρουσίασε αρνητικό ετήσιο ρυθμό μεταβολής (-1,4%).
Η μείωση των συνολικών πωλήσεων του κλάδου συνεχίστηκε με εντονότερο ρυθμό και την επόμενη τετραετία (μέσος ετήσιος ρυθμός μείωσης 3,7% την περίοδο 2011-2014). Η αξία της αγοράς ξεπέρασε το ποσό των €11 δισ. το 2014. Παράγοντες του κλάδου επισημαίνουν ότι περισσότερο φαίνεται να έχουν επηρεαστεί οι πωλήσεις των μεγάλων καταστημάτων (π.χ. hypermarkets), τα οποία διαθέτουν σε αξιόλογο ποσοστό και άλλα προϊόντα, εκτός από είδη διατροφής και βασικά καταναλωτικά είδη.
Αντίθετα, σε μικρότερο ποσοστό έχουν επηρεαστεί τα μικρότερα σημεία πώλησης (π.χ. καταστήματα έκτασης 400 τ.μ. - 1.000 τ.μ.). Σύμφωνα με την εκτεταμένη πρωτογενή έρευνα που πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια της μελέτης, με βάση δείγμα 56 επιχειρήσεων του κλάδου για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα αναλυτικά στοιχεία σχετικά με την κατανομή του κύκλου εργασιών τους (για το έτος 2013) ανά Περιφέρεια, προκύπτει ότι η Αττική καλύπτει το 51,5% των συνολικών πωλήσεων των εν λόγω εταιρειών. Ακολουθούν με διαφορά η Κεντρική Μακεδονία (11,8%) και η Κρήτη (6,1%). Επισημαίνεται, ότι οι συνολικές πωλήσεις των 56 εταιρειών του δείγματος αντιπροσωπεύουν το 49% περίπου της συνολικής αγοράς των Super Markets και Cash & Carry το 2013.
Η κα Παντελαίου αναφέρει επίσης ότι οι μεγάλες εταιρείες απορροφούν το μεγαλύτερο μέρος των συνολικών πωλήσεων, ενώ η τάση συγκέντρωσης στον κλάδο συνεχίζεται. Σημαντικό ρόλο στην τάση αύξησης του βαθμού συγκέντρωσης τα τελευταία χρόνια, διαμορφώνει η συνεχής επέκταση του δικτύου καταστημάτων των μεγαλύτερων αλυσίδων του κλάδου (μέσω εξαγοράς καταστημάτων άλλων επιχειρήσεων ή/και με το άνοιγμα νέων σημείων πώλησης).
Η κα Παντελαίου αναφέρει επίσης ότι οι μεγάλες εταιρείες απορροφούν το μεγαλύτερο μέρος των συνολικών πωλήσεων, ενώ η τάση συγκέντρωσης στον κλάδο συνεχίζεται. Σημαντικό ρόλο στην τάση αύξησης του βαθμού συγκέντρωσης τα τελευταία χρόνια, διαμορφώνει η συνεχής επέκταση του δικτύου καταστημάτων των μεγαλύτερων αλυσίδων του κλάδου (μέσω εξαγοράς καταστημάτων άλλων επιχειρήσεων ή/και με το άνοιγμα νέων σημείων πώλησης).
Επίσης, αρκετές από τις μικρομεσαίες (κυρίως) εταιρείες αντιμετωπίζουν προβλήματα βιωσιμότητας και οδηγούνται στο κλείσιμο των μη αποδοτικών τους καταστημάτων ή ακόμα και στην άρση της λειτουργίας τους, με αποτέλεσμα η ζήτηση που “χάνεται” από τις συγκεκριμένες εταιρείες να κατευθύνεται κυρίως στις μεγαλύτερες αλυσίδες του κλάδου. Εξάλλου, οι μεγάλες αλυσίδες επιτυγχάνουν σημαντικές οικονομίες κλίμακας, γεγονός που ενισχύει τη θέση τους έναντι των μικρότερων εταιρειών και συμβάλλει στην αύξηση του βαθμού συγκέντρωσης στον κλάδο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου