Τι φοβούνται συνήθως τα παιδιά; Πότε είναι απλός φόβος και πότε πρόκειται για φοβία; Τι προκαλεί τις παιδικές φοβίες και πως τις αντιμετωπίζουμε; Πώς αναγνωρίζουμε τη σχολική φοβία συγκεκριμένα και τι μπορούμε να κάνουμε για αυτό;
Τι είναι φόβος και τι φοβία;
Ο φόβος είναι ένα φυσιολογικό συναίσθημα που σχετίζεται με μια γνωστή στο άτομο εξωτερική απειλή. Είναι απόλυτα αναγκαίος, καθώς μας προστατεύει από καταστάσεις που μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή και την υγεία μας.
Η φοβία είναι ο αδικαιολόγητος φόβος και η υπερβολική αντίδραση του ατόμου μπροστά σε ένα αντικείμενο ή μία κατάσταση. Είναι ένας άγνωστος και ασαφής κίνδυνος εσωτερικής προέλευσης. Το άτομο αποφεύγει το φοβικό αντικείμενο ή την κατάσταση και καθώς η αποφυγή εδραιώνει τη φοβία, δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος που κατά κανόνα οδηγεί στη γενίκευση.
Για τις ηλικίες των 2 έως 4 ετών, ο πιο γνωστός παιδικός φόβος είναι αυτός των ζώων, ενώ από τα 4 έως τα 6 χρόνια, τα παιδιά εκφράζουν τον φόβο για το σκοτάδι και τα φαντάσματα, γιατί ακόμη δεν έχουν ξεχωρίσει το αληθινό από το φανταστικό. Επίσης, συνηθισμένοι φόβοι είναι αυτοί που αφορούν σε σεισμούς, πλημμύρες ή άλλα ακατανόητα για το παιδί φυσικά φαινόμενα.
Οι φόβοι αρχίζουν σταδιακά να μειώνονται όσο το παιδί αναπτύσσει τη γνωστική του ικανότητα να κατανοεί τον κόσμο και να ερμηνεύει λογικά τα φαινόμενα γύρω του, οπότε μέχρι τα 12 αναμένεται και η εξάλειψη των φόβων.
Το πρόβλημα, όμως, προκύπτει από τη στιγμή που το παιδί συνεχίζει να φοβάται αδικαιολόγητα, οπότε μιλάμε πια για φοβία.
Ο φόβος είναι ένα φυσιολογικό συναίσθημα που σχετίζεται με μια γνωστή στο άτομο εξωτερική απειλή. Είναι απόλυτα αναγκαίος, καθώς μας προστατεύει από καταστάσεις που μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή και την υγεία μας.
Η φοβία είναι ο αδικαιολόγητος φόβος και η υπερβολική αντίδραση του ατόμου μπροστά σε ένα αντικείμενο ή μία κατάσταση. Είναι ένας άγνωστος και ασαφής κίνδυνος εσωτερικής προέλευσης. Το άτομο αποφεύγει το φοβικό αντικείμενο ή την κατάσταση και καθώς η αποφυγή εδραιώνει τη φοβία, δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος που κατά κανόνα οδηγεί στη γενίκευση.
Για τις ηλικίες των 2 έως 4 ετών, ο πιο γνωστός παιδικός φόβος είναι αυτός των ζώων, ενώ από τα 4 έως τα 6 χρόνια, τα παιδιά εκφράζουν τον φόβο για το σκοτάδι και τα φαντάσματα, γιατί ακόμη δεν έχουν ξεχωρίσει το αληθινό από το φανταστικό. Επίσης, συνηθισμένοι φόβοι είναι αυτοί που αφορούν σε σεισμούς, πλημμύρες ή άλλα ακατανόητα για το παιδί φυσικά φαινόμενα.
Οι φόβοι αρχίζουν σταδιακά να μειώνονται όσο το παιδί αναπτύσσει τη γνωστική του ικανότητα να κατανοεί τον κόσμο και να ερμηνεύει λογικά τα φαινόμενα γύρω του, οπότε μέχρι τα 12 αναμένεται και η εξάλειψη των φόβων.
Το πρόβλημα, όμως, προκύπτει από τη στιγμή που το παιδί συνεχίζει να φοβάται αδικαιολόγητα, οπότε μιλάμε πια για φοβία.
Ποιες είναι οι αιτίες ανάπτυξης φοβιών;
Συνήθως τα παιδιά "κληρονομούν" τις φοβίες των γονιών τους. Αν για παράδειγμα, μια μητέρα φοβάται πολύ τα σκυλιά και τα αποφεύγει ή πανικοβάλλεται στη θέα τους, παρουσία του παιδιού, τότε αναμφισβήτητα και το παιδί θα αναπτύξει την ίδια φοβία για τα σκυλιά. Ακόμη κι αν η μητέρα δεν δείχνει άμεσα τη φοβία της αλλά απλά την αναφέρει ή περιγράφει μια κατάσταση με τρομακτικές λεπτομέρειες, περνά τότε και στο παιδί της την ίδια φοβία. Το παιδί μάλιστα, διατρέχει τον κίνδυνο να αναπτύξει γενίκευση φοβίας για τα περισσότερα, αν όχι για όλα, τα ζώα. Αν ένας πατέρας φοβάται υπερβολικά τις ασθένειες και τα μικρόβια, μοιραία θα περάσει την ίδια αντίληψη και στο παιδί του, το όποιο θα αναπτύξει μικροβιοφοβία ή αρρωστοφοβία.
Ένας άλλος βασικός λόγος ανάπτυξης παιδικών φοβιών είναι η ύπαρξη τραυματικών γεγονότων στη ζωή του παιδιού. Για παράδειγμα, ένα τραγικό δυστύχημα στο οποίο ήταν μάρτυρας ή και θύμα, σοβαροί τραυματισμοί του ίδιου του παιδιού ή άλλων σημαντικών για αυτό προσώπων, τρομακτικές καταστάσεις, κακοποιήσεις ή ακόμη και παρακολούθηση μιας τρομακτικής και βίαιης ταινίας, που το παιδί δεν μπόρεσε να εξηγήσει με τη λογική του, αποτελούν παράγοντες πολύ υψηλού κινδύνου για την ανάπτυξη φοβιών, συνοδευόμενων από το σύνδρομο μετατραυματικού στρες (PTSD). Στις περιπτώσεις αυτές, το παιδί χρειάζεται ψυχοθεραπεία με ειδικευμένο ψυχοθεραπευτή.
Συνήθως τα παιδιά "κληρονομούν" τις φοβίες των γονιών τους. Αν για παράδειγμα, μια μητέρα φοβάται πολύ τα σκυλιά και τα αποφεύγει ή πανικοβάλλεται στη θέα τους, παρουσία του παιδιού, τότε αναμφισβήτητα και το παιδί θα αναπτύξει την ίδια φοβία για τα σκυλιά. Ακόμη κι αν η μητέρα δεν δείχνει άμεσα τη φοβία της αλλά απλά την αναφέρει ή περιγράφει μια κατάσταση με τρομακτικές λεπτομέρειες, περνά τότε και στο παιδί της την ίδια φοβία. Το παιδί μάλιστα, διατρέχει τον κίνδυνο να αναπτύξει γενίκευση φοβίας για τα περισσότερα, αν όχι για όλα, τα ζώα. Αν ένας πατέρας φοβάται υπερβολικά τις ασθένειες και τα μικρόβια, μοιραία θα περάσει την ίδια αντίληψη και στο παιδί του, το όποιο θα αναπτύξει μικροβιοφοβία ή αρρωστοφοβία.
Ένας άλλος βασικός λόγος ανάπτυξης παιδικών φοβιών είναι η ύπαρξη τραυματικών γεγονότων στη ζωή του παιδιού. Για παράδειγμα, ένα τραγικό δυστύχημα στο οποίο ήταν μάρτυρας ή και θύμα, σοβαροί τραυματισμοί του ίδιου του παιδιού ή άλλων σημαντικών για αυτό προσώπων, τρομακτικές καταστάσεις, κακοποιήσεις ή ακόμη και παρακολούθηση μιας τρομακτικής και βίαιης ταινίας, που το παιδί δεν μπόρεσε να εξηγήσει με τη λογική του, αποτελούν παράγοντες πολύ υψηλού κινδύνου για την ανάπτυξη φοβιών, συνοδευόμενων από το σύνδρομο μετατραυματικού στρες (PTSD). Στις περιπτώσεις αυτές, το παιδί χρειάζεται ψυχοθεραπεία με ειδικευμένο ψυχοθεραπευτή.
Πως αντιμετωπίζουμε την παιδική φοβία:
Μία πολύ συχνή φοβία, όσο και επίκαιρη αυτές τις μέρες, είναι η σχολική φοβία. Ο όρος σχολική φοβία περιγράφει την έντονη άρνηση του παιδιού να πάει σχολείο λόγω του έντονου και παράλογου φόβου για κάποιες πτυχές της σχολικής ζωής (Herbert,1998). Η ανάπτυξη της σχολικής φοβίας δεν συνδέεται συνήθως με κακή απόδοση του παιδιού στο σχολείο. Αντίθετα πολλές φορές, τα παιδιά που εμφανίζουν το πρόβλημα είναι επιμελείς μαθητές με καλές επιδόσεις.
Το παιδί που εκδηλώνει τη σχολική φοβία βασανίζεται συνήθως από την έγνοια ότι πρέπει να αφήσει (αποχωριστεί) το σπιτικό περιβάλλον και όχι τόσο από ένα συγκεκριμένο φόβο στο σχολείο. Έτσι, επικαλείται διάφορους λόγους για να παραμείνει στο σπίτι, που συνήθως δεν πείθουν τους οικείους του. Δεν πρέπει να συγχέουμε τη σχολική φοβία με τις πρώτες αρνητικές αντιδράσεις του παιδιού όταν πρωτοπηγαίνει στο σχολείο. Είναι απόλυτα φυσιολογικό το παιδί να δείχνει έναν ενστικτώδη φόβο προς το άγνωστο.
- Ακούμε το παιδί με κατανόηση και προσοχή.
- Δεν το κοροϊδεύουμε και δεν το γελοιοποιούμε, δεν υποτιμούμε το άγχος του μπροστά σε αυτό που φοβάται.
- Δεν το εκθέτουμε με τη βία μπροστά σε αυτό που του δημιουργεί άγχος, γιατί έτσι εντείνουμε τη φοβία του.
- Η έκθεση στο φοβικό αντικείμενο ή κατάσταση πρέπει να γίνεται σταδιακά και σε απόσταση ασφαλείας του παιδιού από το φοβικό αντικείμενο.
- Αν το παιδί έχει φοβία για το σκοτάδι, καλό είναι να έχουμε ένα φως τη νύχτα στο δωμάτιό του.
- Σε άλλου είδους παιδικές φοβίες, όπως για παράδειγμα φοβίες ζώων, μπορούμε να αποτελέσουμε εμείς πρότυπο μίμησης για το παιδί. Είναι καλό να μας βλέπει το παιδί να παίζουμε, να φροντίζουμε, να χαϊδεύουμε ένα ζώο. Έτσι, σιγά- σιγά και χωρίς καμία πίεση και εξαναγκασμό, το παιδί βλέπει και κατανοεί ότι το ζώο δεν είναι τόσο επικίνδυνο όσο νόμιζε.
- Επίσης, σε περιπτώσεις καταστάσεων που δημιούργησαν φόβο στο παιδί, αντιμετωπίζουμε εκείνη τη στιγμή την κατάσταση και αποκαθιστούμε άμεσα την αντίληψη του παιδιού για το συμβάν. Για παράδειγμα, το παιδί μας καθώς του μαθαίνουμε να κολυμπά στη θάλασσα, ξαφνικά βυθίζεται στο νερό: στην περίπτωση αυτή, βγάζουμε το παιδί αμέσως στην επιφάνεια της θάλασσας, το φροντίζουμε, του εξηγούμε τι έγινε και συνεχίζουμε κανονικά το μπάνιο μαζί του. Αν σε αυτή την περίπτωση απομακρύνουμε το παιδί από τη θάλασσα, τότε έχει πια γεννηθεί για τα καλά η φοβία του για το κολύμπι, καθώς η φυγή, κατά κανόνα, εδραιώνει τη φοβία.
- Η θεραπεία των γονέων απέναντι στις φοβίες τους, είναι ένας ακόμη τρόπος αντιμετώπισης των παιδικών φοβιών, είτε με ατομική ψυχοθεραπεία του παιδιού ή με οικογενειακή ψυχοθεραπεία και εκπαίδευση οικογένειας.
Μία πολύ συχνή φοβία, όσο και επίκαιρη αυτές τις μέρες, είναι η σχολική φοβία. Ο όρος σχολική φοβία περιγράφει την έντονη άρνηση του παιδιού να πάει σχολείο λόγω του έντονου και παράλογου φόβου για κάποιες πτυχές της σχολικής ζωής (Herbert,1998). Η ανάπτυξη της σχολικής φοβίας δεν συνδέεται συνήθως με κακή απόδοση του παιδιού στο σχολείο. Αντίθετα πολλές φορές, τα παιδιά που εμφανίζουν το πρόβλημα είναι επιμελείς μαθητές με καλές επιδόσεις.
Το παιδί που εκδηλώνει τη σχολική φοβία βασανίζεται συνήθως από την έγνοια ότι πρέπει να αφήσει (αποχωριστεί) το σπιτικό περιβάλλον και όχι τόσο από ένα συγκεκριμένο φόβο στο σχολείο. Έτσι, επικαλείται διάφορους λόγους για να παραμείνει στο σπίτι, που συνήθως δεν πείθουν τους οικείους του. Δεν πρέπει να συγχέουμε τη σχολική φοβία με τις πρώτες αρνητικές αντιδράσεις του παιδιού όταν πρωτοπηγαίνει στο σχολείο. Είναι απόλυτα φυσιολογικό το παιδί να δείχνει έναν ενστικτώδη φόβο προς το άγνωστο.
Το σχολικό περιβάλλον για τον "νεοσύλλεκτο" μαθητή είναι κάτι άγνωστο. Είναι φυσικό, λοιπόν, τις πρώτες μέρες της εισόδου του παιδιού στο σχολείο να υπάρχουν ακόμη και έντονες αντιδράσεις και άρνηση του παιδιού να πάει στο σχολείο. Οι εκδηλώσεις αυτές μετά τις πρώτες εντυπώσεις, συνήθως υποχωρούν. Επίσης, δεν πρέπει να συγχέουμε τη σχολική φοβία με άλλους συγκεκριμένους και πραγματικούς φόβους που εκδηλώνει το παιδί για το σχολείο, όπως π.χ. φόβο για κάποιο συμμαθητή ή κάποιο διαγώνισμα, κλπ.
Πώς διακρίνουμε τη σχολική φοβία από άλλου είδους φόβους και φοβίες;
Πώς διακρίνουμε τη σχολική φοβία από άλλου είδους φόβους και φοβίες;
Το παιδί που διακατέχεται από σχολική φοβία παρουσιάζει ορισμένα από τα παρακάτω:
Το παιδί πρέπει να επιστρέψει στο σχολείο. Οι γονείς θα βοηθούσαν προς το σκοπό αυτό αν αρχικά μπορούσαν να διερευνήσουν την αρχική εκδήλωση του φαινομένου αυτού στο παιδί. Ο φόβος και η άρνηση για το σχολείο αφορούν τις διαπροσωπικές του σχέσεις, την πιθανή χαμηλή επίδοσή του ή το σχολείο γενικά; Οι γονείς πρέπει να παρατηρήσουν τους τρόπους με τους οποίους εκφράζει το παιδί τα συναισθήματα του, δείχνοντας υπομονή, σταθερότητα στη συμπεριφορά τους και έμπρακτο ενδιαφέρον για τη συμπεριφορά του.
Όταν το παιδί παραπονείται ότι είναι άρρωστο, πρέπει να κρίνουν από όσα ξέρουν για την προσωπικότητά του κατά πόσο συμβαίνει κάτι τέτοιο ή το παιδί προσπαθεί να κερδίσει την παραμονή στο σπίτι. Είναι πολύ σημαντικό να εδραιωθούν στο σχήμα επικοινωνίας γονέων και παιδιού, τόσο η έκφραση συναισθημάτων (π.χ. του φόβου για το σχολείο) όσο και η συζήτηση για όσα συνέβησαν στη σχολική μέρα του παιδιού είτε καλά είτε άσχημα.
Η συνεργασία γονέων - σχολείου έχει επίσης μεγάλη σημασία για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της σχολικής φοβίας. Οι γονείς μπορούν να μοιραστούν το πρόβλημα με το προσωπικό του σχολείου, με σκοπό να συμβάλλει από τη δική του πλευρά στη σταδιακή επανένταξη του παιδιού στο σχολείου. Το υποστηρικτικό κλίμα στην τάξη, τα σαφή όρια από την πλευρά του δασκάλου, αλλά και η θερμή υποδοχή του παιδιού στην πόρτα από το δάσκαλο για κάποιο διάστημα, έτσι ώστε να απαλυνθεί ο αποχωρισμός από το γονιό, θα εξομάλυναν τη φοβική αντίδραση του παιδιού προς το σχολείο.
Ένας ακόμη τρόπος αντιμετώπισης των συμπτωμάτων θα ήταν η ένταξη του παιδιού σε αθλητικές ομάδες, οι επισκέψεις στα σπίτια άλλων παιδιών, οι συχνές, κατά το δυνατόν, έξοδοι από το σπίτι για τη γενικότερη κοινωνικοποίηση του παιδιού.
Σε αρκετές περιπτώσεις η έγκαιρη συνεργασία με ψυχολόγο ή παιδοψυχίατρο θα βοηθούσε σε πολλά επίπεδα. Αν δείτε ότι τα συμπτώματα παραμένουν και επηρεάζουν τη καθημερινότητα του παιδιού σας, θα ήταν καλύτερο να συμβουλευτείτε έναν ειδικό.
- Αόριστα σωματικά συμπτώματα, όπως στομαχόπονοι, πονοκέφαλοι, πόνος στο λαιμό, ναυτία ή ζάλη, διάρροια, ιδιοτροπίες στο φαγητό, νυχτερινοί εφιάλτες, ενούρηση, εγκόπριση, κ.λπ.
- Το παιδί έχει απουσιάσει πέντε ή περισσότερες μέρες από το σχολείο εξαιτίας αυτών των συμπτωμάτων, τα οποία εμφανίζονται κατά κύριο λόγο το πρωί.
- Την ώρα που πρέπει να πάει το παιδί στο σχολείο παρουσιάζει συμπτώματα αντικοινωνικής συμπεριφοράς, όπως εκρήξεις θυμού, επιθετικότητα, υπερκινητικότητα, άρνηση να δεχτεί φαγητό, συμπτώματα τα οποία επιδεινώνονται τη στιγμή της αναχώρησης για το σχολείο ή κατά την άφιξη στο σχολικό χώρο.
- Συνήθως υπάρχουν ελάχιστα συμπτώματα κατά τα σαββατοκύριακα και τις διακοπές, ενώ εμφανίζονται την Κυριακή το βράδυ και τη Δευτέρα το πρωί.
- Το παιδί αναζητά τους γονείς του κατά την παραμονή στο σχολείο και θέλει να γυρίσει στο σπίτι.
- Τα συμπτώματα έχουν αρχίσει στο νηπιαγωγείο ή στην Α’ τάξη του δημοτικού και κάποιες φορές ενδέχεται να εμφανιστούν και στο Γυμνάσιο. Η πιο συχνή εμφάνισή τους σημειώνεται στη Β’ τάξη του δημοτικού σχολείου (Herbert,1998). Tα συμπτώματα αρχίζουν τον Σεπτέμβριο ή τον Οκτώβριο.
- Το παιδί σ’ όλες τις υπόλοιπες δραστηριότητές του φαίνεται υγιές και ενεργητικό.
- Τα παιδιά που για κάποιο λόγο επιθυμούν να παραμείνουν προσκολλημένα στην οικογένεια, που υιοθετούν συμπεριφορά που δεν αρμόζει στην ηλικία τους, αλλά σε μικρότερη ηλικία, π.χ. νηπιακή ηλικία (πιθανή εκδήλωση ζήλιας λόγω νέου μωρού).
- Τα παιδιά γονιών που διακατέχονται από φοβίες, πανικό, άγχος, ανασφάλεια, συναισθηματικές καταστάσεις που μεταδίδονται στο παιδί λόγω της ιδιαίτερης εξάρτησής του από τους γονείς σ’ αυτή την ηλικία (προσχολική, σχολική).
- Όταν η οικογένεια δεν έχει αναπτύξει κοινωνικότητα και οι γονείς νιώθουν πως δεν έχουν ικανοποιήσει επαρκώς τις δικές τους ανάγκες προσωπικές, επαγγελματικές, κ.λπ.
- Τα παιδιά που έχουν βιώσει πολλαπλές αρνητικές εμπειρίες στο σχολείο (απορριπτικός δάσκαλος, κακές σχέσεις με συνομήλικους, κ.ά.).
- Τα παιδιά που έχουν βιώσει ή βιώνουν ψυχοπιεστικά γεγονότα στην οικογένεια: ασθένεια, θάνατο, διαζύγιο, οικονομικά θέματα, σε συνάρτηση συνήθως με το πώς οι γονείς αντιμετωπίζουν τα θέματα αυτά.
Το παιδί πρέπει να επιστρέψει στο σχολείο. Οι γονείς θα βοηθούσαν προς το σκοπό αυτό αν αρχικά μπορούσαν να διερευνήσουν την αρχική εκδήλωση του φαινομένου αυτού στο παιδί. Ο φόβος και η άρνηση για το σχολείο αφορούν τις διαπροσωπικές του σχέσεις, την πιθανή χαμηλή επίδοσή του ή το σχολείο γενικά; Οι γονείς πρέπει να παρατηρήσουν τους τρόπους με τους οποίους εκφράζει το παιδί τα συναισθήματα του, δείχνοντας υπομονή, σταθερότητα στη συμπεριφορά τους και έμπρακτο ενδιαφέρον για τη συμπεριφορά του.
Όταν το παιδί παραπονείται ότι είναι άρρωστο, πρέπει να κρίνουν από όσα ξέρουν για την προσωπικότητά του κατά πόσο συμβαίνει κάτι τέτοιο ή το παιδί προσπαθεί να κερδίσει την παραμονή στο σπίτι. Είναι πολύ σημαντικό να εδραιωθούν στο σχήμα επικοινωνίας γονέων και παιδιού, τόσο η έκφραση συναισθημάτων (π.χ. του φόβου για το σχολείο) όσο και η συζήτηση για όσα συνέβησαν στη σχολική μέρα του παιδιού είτε καλά είτε άσχημα.
Η συνεργασία γονέων - σχολείου έχει επίσης μεγάλη σημασία για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της σχολικής φοβίας. Οι γονείς μπορούν να μοιραστούν το πρόβλημα με το προσωπικό του σχολείου, με σκοπό να συμβάλλει από τη δική του πλευρά στη σταδιακή επανένταξη του παιδιού στο σχολείου. Το υποστηρικτικό κλίμα στην τάξη, τα σαφή όρια από την πλευρά του δασκάλου, αλλά και η θερμή υποδοχή του παιδιού στην πόρτα από το δάσκαλο για κάποιο διάστημα, έτσι ώστε να απαλυνθεί ο αποχωρισμός από το γονιό, θα εξομάλυναν τη φοβική αντίδραση του παιδιού προς το σχολείο.
Ένας ακόμη τρόπος αντιμετώπισης των συμπτωμάτων θα ήταν η ένταξη του παιδιού σε αθλητικές ομάδες, οι επισκέψεις στα σπίτια άλλων παιδιών, οι συχνές, κατά το δυνατόν, έξοδοι από το σπίτι για τη γενικότερη κοινωνικοποίηση του παιδιού.
Σε αρκετές περιπτώσεις η έγκαιρη συνεργασία με ψυχολόγο ή παιδοψυχίατρο θα βοηθούσε σε πολλά επίπεδα. Αν δείτε ότι τα συμπτώματα παραμένουν και επηρεάζουν τη καθημερινότητα του παιδιού σας, θα ήταν καλύτερο να συμβουλευτείτε έναν ειδικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου