Η βρεφική ηλικία εκτείνεται από τη γέννηση ως το τέλος του δεύτερου έτους. Στη φάση αυτή, η οποία είναι η συντομότερη από τις άλλες περιόδους της ζωής, πραγματοποιούνται οι πιο εντυπωσιακές αλλαγές. Σε καμία άλλη αναπτυξιακή περίοδο δε γίνεται τόσο μεγάλη ποιοτική και ποσοτική πρόοδος. Το κύριο αναπτυξιακό επίτευγμα αυτής της περιόδου είναι η μετάβαση από την απόλυτη εξάρτηση από τους ενηλίκους, ακόμη και για βιολογική επιβίωση, σε κάποιο βαθμό ανεξαρτησίας και αυτονομίας.
Ο άνθρωπος έρχεται στον κόσμο εντελώς ανίκανος και ανήμπορος για να αυτοεξυπηρετηθεί και να διατηρηθεί στη ζωή. Στα δύο πρώτα χρόνια της ζωής, το βρέφος κατορθώνει να ασκήσει έλεγχο πάνω στο σώμα του και να αποκτήσει σωματική ισχύ, δεξιότητες και βασικές συνήθειες που του εξασφαλίζουν μια σχετική αυτονομία από τους άλλους: κατορθώνει να στέκεται όρθιο και να περπατάει κατά βούληση, να πιάνει και να χειρίζεται τα αντικείμενα γύρω του, να τρώει ακόμη και στερεά τροφή, να μιλάει χρησιμοποιώντας μεμονωμένες λέξεις ή / και προτάσεις της γλώσσας των ενηλίκων, να ασκεί ικανοποιητικό έλεγχο των σφιγκτήρων, να συνδέεται συναισθηματικά με τα πρόσωπα του άμεσου περιβάλλοντος, κ.ά.
Ειδικότερα, η ανάπτυξη που επιτελείται, κατά τομείς, στα δύο πρώτα χρόνια της ζωής μπορεί να συνοψιστεί στα εξής:
Στο σωματικό και κινητικό τομέα, πραγματοποιούνται ποικίλες αλλαγές στην εξωτερική μορφή του σώματος και τις κινητικές δεξιότητες, σαν συνέχεια της ανάπτυξης και της κινητικής δραστηριότητας της ενδομητρικής περιόδου. Οι πιο εντυπωσιακές από αυτές τις κατακτήσεις του βρέφους είναι η υπερκίνηση της βαρύτητας του σώματος και η απόκτηση της όρθιας στάσης και μετατόπισης στο χώρο. Έτσι, τώρα το παιδί μπορεί να κινείται αυτοβούλως, να εξερευνά το περιβάλλον του και να αυτοεξυπηρετείται.
Στο γνωστικό τομέα, το βρέφος, ενώ έρχεται στον κόσμο χωρίς να έχει συνείδηση του εαυτού του και του κόσμου, σύντομα κατορθώνει να βάλει κάποια τάξη στην “οχλοβοή” γύρω του και να επενεργεί στο περιβάλλον του αποτελεσματικά. Εξοπλισμένο με έναν αρκετά αναπτυγμένο αντιληπτικό σύστημα και εκκινώντας από ορισμένες αυτόματες και στερεότυπες μορφές συμπεριφοράς, τα αντανακλαστικά, κατορθώνει να διαμορφώσει γνωστικά σχήματα που του επιτρέπουν να εκτελεί όχι μόνο αυτόματες αντιδράσεις σε ερεθίσματα, αλλά και εμπρόθετες ενέργειες.
Επίσης, κατορθώνει να επιδιώκει ενεργητικά και να πειραματίζεται με τα μέσα που διαθέτει και να ποικίλλει τη λύση σε ένα πρόβλημα. Επιπλέον, μπορεί να διατηρεί μια σταθερή εσωτερική - πνευματική εικόνα των αντικειμένων και να γνωρίζει ότι τα αντικείμενα συνεχίζουν να υπάρχουν και όταν δεν τα βλέπουμε, κ.ά.
Η όλη, όμως, γνωστική του δραστηριότητα παραμένει στο επίπεδο της πραξιακής νοημοσύνης. Το βρέφος δε διαθέτει ακόμη εσωτερικούς συμβολισμούς της εξωτερικής πραγματικότητας. Στηρίζεται στις εκάστοτε κατ’ αίσθηση αντιλήψεις και στους υλικούς χειρισμούς των πραγμάτων γύρω του. Θα μπορούσαμε να πούμε, ότι ένα βρέφος ζει στο “εδώ και τώρα”.
Στο γλωσσικό τομέα, το βρέφος κατορθώνει από το κλάμα και τους πρώτους εκρηκτικούς ήχους και τους λαρυγγοφαρυγγικούς ψελλισμούς, να παραγάγει (από τον 11ο ακόμη μήνα) την πρώτη φωνούμενη λέξη. Ο λόγος του, όμως, παραμένει ελλειμματικός. Το βρέφος χρησιμοποιεί μονολεκτικές προτάσεις και τον τηλεγραφικό λόγο. Μπορεί, όμως, να κατανοεί από τη γλώσσα των ενηλίκων πολύ περισσότερα από όσα μπορεί να εκφράσει. Μάλιστα, μπορεί να κατανοεί και να εκτελεί αρκετά πολύπλοκες οδηγίες που του δίνονται προφορικά.
Στον τομέα της συναισθηματικής και κοινωνικής ανάπτυξης, από μια γενική ικανότητα για θυμική διέγερση που διαθέτει κατά τη γέννηση, θα προκύψουν μέσα στα δύο πρώτα χρόνια της ζωής σχεδόν όλες οι κύριες μορφές θετικών και αρνητικών συναισθημάτων (αγάπη, φόβος, ζήλεια, θυμός, κ.ά.). Τα συναισθήματα αυτά, μέσω ποικίλων ψυχολογικών διαδικασιών (της συμπεριφοριστικής συνεξάρτησης, της μίμησης προτύπων, της ταύτισης), θα συνδεθούν με διάφορα πρόσωπα και πράγματα του περιβάλλοντος.
Πολύ νωρίς, από τον 7ο ή 8ο μήνα το βρέφος θα δείξει προσκόλληση προς το μητρικό πρόσωπο και τις συνακόλουθες αντιδράσεις: το άγχος προς τα ξένα πρόσωπα και το άγχος του αποχωρισμού. Η τάση αυτή για προσκόλληση θα επεκταθεί σύντομα και σε άλλα πρόσωπα του οικείου περιβάλλοντος: πατέρα, αδέλφια ή άλλα άτομα που μένουν στο ίδιο σπίτι. Από τη στάση των σημαντικών αυτών προσώπων θα κριθεί κατά πόσο το άτομο θα αποκτήσει το πρώτο και βασικό στοιχείο της υγιούς προσωπικότητας, τη βασική εμπιστοσύνη.
Πρέπει να σημειωθεί, ότι κατά τη βρεφική ηλικία η ανάπτυξη γίνεται με βάση σταθερά και καθορισμένα στάδια, είναι στερεότυπη και ομοιόμορφη. Αν και το γεγονός αυτό δίνει την εντύπωση ότι η συμπεριφορά είναι αυτογενής, αποτέλεσμα της ωρίμανσης, εντούτοις ο ρόλος των εμπειριών και του περιβάλλοντος παραμένει καθοριστικός.
Στην αρχή βέβαια το περιβάλλον (φυσικό και ανθρώπινο) διαδραματίζει μόνο ρόλο φυσικού διερεθισμού των αισθήσεων. Σύντομα, όμως, προστίθεται και το διαπροσωπικό στοιχείο και το περιβάλλον παίρνει και κοινωνική διάσταση.
Η σωματική ανάπτυξη του βρέφους
Οι δύο πρώτες εβδομάδες της ζωής αποτελούν τη νεογνική περίοδο. Στο διάστημα αυτό, το βρέφος αντιμετωπίζει ασυνήθεις δυσκολίες, γιατί πρέπει να προσαρμοστεί στη μεγαλύτερη αλλαγή περιβάλλοντος που θα μπορούσε να του συμβεί ποτέ, και μάλιστα αμέσως μετά από την πιο δύσκολη και επικίνδυνη εμπειρία της ζωής του, τον τοκετό. Σε αυτές τις δύο πρώτες εβδομάδες, οι διάφορες ζωικές λειτουργίες του μωρού (αναπνοή, κυκλοφορία, πέψη, απέκκριση και θερμοκρασία σώματος) αποκτούν ικανοποιητική σταθερότητα.
Το νεογέννητο είναι το 1/20 περίπου του μεγέθους του ενηλίκου. Σε όλη την περίοδο της ανάπτυξης (μέχρι τα 20 έτη) οι αρχικές διαστάσεις θα 20πλασιαστούν. Η αύξηση, όμως, αυτή δεν είναι ομοιόμορφη σε όλες τις ηλικίες.
Το μέσο βάρος του νεογέννητου είναι 3 κιλά και το μέσο ύψος 50 εκατοστά. Στο τέλος του πρώτου έτους το βάρος γίνεται 9 κιλά και στο τέλος του δεύτερου 12 κιλά. Το ύψος στο τέλος του πρώτου έτους γίνεται 75 εκατοστά και στο τέλος του δεύτερου φτάνει τα 85 εκατοστά.
Βέβαια, υπάρχουν τεράστιες ατομικές διαφορές στις διαστάσεις του σώματος ακόμη και κατά τη γέννηση. Οι διαφορές αυτές γίνονται μεγαλύτερες με την πάροδο της ηλικίας. Το εύρος των διαστάσεων που θεωρείται φυσιολογικό είναι αρκετά μεγάλο. Τα αγόρια σε όλες τις διαστάσεις είναι μεγαλύτερα από τα κορίτσια.
Η αύξηση των διαστάσεων του σώματος δε γίνεται ομοιόμορφα προς όλες τις κατευθύνσεις, αλλά ακολουθεί τις δύο βασικές κατευθύνσεις “από πάνω προς τα κάτω” και “από το κέντρο προς την περιφέρεια”. Κατά τη γέννηση το κεφάλι έχει τη μεγαλύτερη ανάπτυξη. Είναι το 1/4του συνολικού ύψους, ενώ στον ενήλικο είναι το 1/7. Αντίθετα, τα κάτω άκρα είναι στο νεογέννητο το 1/3 του αναστήματος, ενώ στον ενήλικο είναι το 1/2.
Το νεογέννητο κοιμάται σχεδόν το 80% του 24ώρου. Καθώς, όμως, μεγαλώνει οι ώρες του ύπνου μειώνονται. Στην αρχή της ζωής μόνο το 50% του ύπνου είναι βαθύς - κανονικός ύπνος. Το υπόλοιπο είναι ύπνος ενδιάμεσης χαλάρωσης. Στο είδος αυτό του ύπνου οι βολβοί των ματιών κάνουν ταχείες κινήσεις. Ο ύπνος αυτός είναι γνωστός με τα αρχικά REM. Με την πάροδο της ηλικίας ο ύπνος REM μειώνεται.
Ο ύπνος REM είναι γνωστός και ως “παράδοξος ύπνος”. Κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης, τα μάτια κάτω από τα κλειστά βλέφαρα κινούνται πολύ γρήγορα, ενώ οι σωματικές λειτουργίες επιταχύνονται. Η ροή του αίματος προς τον εγκέφαλο αυξάνεται κατά περίπου 40%, ο καρδιακός ρυθμός επιταχύνεται και η αρτηριακή πίεση “ανεβαίνει”. Στη φάση του ύπνου REM ο εγκέφαλος “ζει έντονα όνειρα” και δίνει εντολές: να τρέξεις, να πετάξεις, να πηδήξεις, κ.λπ.
Όμως αυτές οι εντολές ακυρώνονται, πριν προλάβουν οι μυς να τις μεταφράσουν σε αντίστοιχη δράση και έτσι παραμένουμε ακίνητοι. Κατά τη διάρκεια του ύπνου REM, όπου τα όνειρα (τα οποία συμβάλλουν στη βελτίωση της μνήμης, επιδρούν κατευναστικά στο στρες και ίσως και να παίζουν ρόλο στην πνευματική ευεξία) είναι “ζωντανά”, οι νευρώνες του εγκεφάλου αποσυνδέουν ένα μεγάλο μέρος των μυώνων μας, έτσι ώστε να παραλύουμε.
Όμως αυτές οι εντολές ακυρώνονται, πριν προλάβουν οι μυς να τις μεταφράσουν σε αντίστοιχη δράση και έτσι παραμένουμε ακίνητοι. Κατά τη διάρκεια του ύπνου REM, όπου τα όνειρα (τα οποία συμβάλλουν στη βελτίωση της μνήμης, επιδρούν κατευναστικά στο στρες και ίσως και να παίζουν ρόλο στην πνευματική ευεξία) είναι “ζωντανά”, οι νευρώνες του εγκεφάλου αποσυνδέουν ένα μεγάλο μέρος των μυώνων μας, έτσι ώστε να παραλύουμε.
Το νεογέννητο τρώει κάθε τρεις ώρες, 8 φορές το 24ωρο. Με την πάροδο της ηλικίας τα γεύματα γίνονται λιγότερα και αραιότερα. Στο τέλος του πρώτου έτους το βρέφος τρώει τρία κύρια γεύματα και δύο μικρά ενδιάμεσα. Ο μητρικός θηλασμός είναι ο καλύτερος τρόπος διατροφής του βρέφους τόσο για τη σωματική υγεία (εξασφαλίζει στο παιδί μεγαλύτερη αντοχή στις διάφορες ασθένειες) όσο και για την ψυχολογική ανάπτυξή του (διαμορφώνει μια στενή, ζεστή συναισθηματική σχέση μεταξύ μητέρας και παιδιού).
Ο απογαλακτισμός είναι ένας ακόμη σημαντικός σταθμός στη ζωή του παιδιού. Το βρέφος από τον 5ο - 6ο μήνα μπορεί να παίρνει στερεά τροφή. Ήδη από το 12ο μήνα διαμορφώνει εμφανείς προτιμήσεις για κάποια είδη τροφής. Ως προς το πρόγραμμα διατροφής, το πόσο και πότε αυτόβουλα θα φάει το παιδί, έρευνες έχουν δείξει ότι τα παιδιά που δεν έχουν κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα υγείας, διαχειρίζονται μόνα τους το είδος και την ποσότητα της τροφής που θα φάνε κάθε φορά. Aυτά τα παιδιά διαμορφώνουν ένα πλήρες και ισορροπημένο διαιτολόγιο και συγχρόνως δεν παρουσιάζουν προβλήματα με το φαγητό στην περαιτέρω ανάπτυξή τους.
Κινητική ανάπτυξη
Ο τρόπος, με τον οποίο αντιμετωπίζουν οι γονείς τις διάφορες βιολογικές ανάγκες του μωρού, παίζει καθοριστικό ρόλο στην ψυχοκοινωνική του ανάπτυξη.
Η κινητική ανάπτυξη του βρέφους είναι συνέχεια της κινητικής δραστηριότητας της ενδομητρικής περιόδου. Το νεογέννητο έχει ένα πλούσιο ρεπερτόριο από κινήσεις και οι κινήσεις αυτές είναι γενικές και μαζικές.
Το βρέφος αντιδρά στα διάφορα ερεθίσματα με όλο του το σώμα, με την ωρίμανση όμως του νευροφυσιολογικού συστήματος οι μαζικές κινήσεις μειώνονται. Υπάρχουν, όμως, και ορισμένες εξειδικευμένες κινήσεις, τα αντανακλαστικά, οι οποίες προκαλούνται από ορισμένο μόνο είδος ερεθίσματος και εκτελούνται κατά αυτόματο και πανομοιότυπο τρόπο. Τα κυριότερα αντανακλαστικά που παρουσιάζει το βρέφος είναι το αντανακλαστικό Babinski, το αντανακλαστικό Moro και το δαρβίνειο αντανακλαστικό.
Το βρέφος αντιδρά στα διάφορα ερεθίσματα με όλο του το σώμα, με την ωρίμανση όμως του νευροφυσιολογικού συστήματος οι μαζικές κινήσεις μειώνονται. Υπάρχουν, όμως, και ορισμένες εξειδικευμένες κινήσεις, τα αντανακλαστικά, οι οποίες προκαλούνται από ορισμένο μόνο είδος ερεθίσματος και εκτελούνται κατά αυτόματο και πανομοιότυπο τρόπο. Τα κυριότερα αντανακλαστικά που παρουσιάζει το βρέφος είναι το αντανακλαστικό Babinski, το αντανακλαστικό Moro και το δαρβίνειο αντανακλαστικό.
- Αντανακλαστικό Babinski: Αν αγγίξουμε ελαφρά το πέλμα του ποδιού του μωρού, τα δάχτυλα του ποδιού αυτομάτως ανοίγουν σαν βεντάλια. Η αντίδραση αυτή ατονεί μετά τον έκτο μήνα. Αν, όμως, υπάρχει και μετά τον έκτο μήνα, αυτό σημαίνει ότι πιθανώς υπάρχει ανωμαλία στην ανάπτυξη του νευρικού συστήματος.
- Αντανακλαστικό Moro: Αν τοποθετήσουμε το βρέφος σε μια οριζόντια επιφάνεια και τη χτυπήσουμε απότομα με το χέρι μας, το μωρό αυτομάτως θα συσπειρωθεί και θα κινήσει τα χέρια του συμμετρικά προς τα πάνω, μακριά από το σώμα του, σαν να προσπαθεί να αγκαλιάσει τον κορμό ενός δέντρου. Η απουσία αυτού του αντανακλαστικού κατά τις πρώτες οκτώ εβδομάδες της ζωής του παιδιού πιθανό να σημαίνει δυσλειτουργία του νευρικού συστήματος. Η αντίδραση αυτή αργότερα θα αντικατασταθεί με την αντίδραση του ξαφνιάσματος.
- Δαρβίνειο αντανακλαστικό: Αν βάλουμε μέσα στην παλάμη ενός νεογνού ένα αντικείμενο, τα δάκτυλα του χεριού του θα κλείσουν αυτομάτως και θα κρατήσουν σφιχτά το αντικείμενο. Αυτή η λαβή του νεογνού είναι τόσο ισχυρή, που μπορεί να κρατήσει κρεμασμένο για ένα λεπτό περίπου ολόκληρο το σώμα του.
Κάποιες άλλες εντυπωσιακές κινητικές κατακτήσεις κατά τη βρεφική ηλικία είναι οι διάφορες φυλογενετικές κινητικές δεξιότητες, όπως η όρθια στάση και η βάδιση, ο συντονισμός χεριού - ματιού και το πιάσιμο των αντικειμένων, ο έλεγχος των σφιγκτήρων, κ.ά.
Η απόκτηση της όρθιας στάσης και της βάδισης αποτελεί σημαντικό επίτευγμα για την ψυχολογική ανάπτυξη του παιδιού. Η κίνηση στο χώρο επιτρέπει στο παιδί να εξερευνά το περιβάλλον του ενεργά, να γνωρίζει πράγματα γύρω του με εμπειρίες από “πρώτο χέρι” και να αποκτά μεγαλύτερη ανεξαρτησία στις σχέσεις του με τους άλλους. Η πράξη της βάδισης δεν είναι ωστόσο αυτόματη, αλλά πραγματοποιείται σε μια μακρά σειρά εξελικτικών σταδίων.
Στην αρχή της ζωής το νεογέννητο δε μπορεί ακόμη να σηκώσει το κεφάλι του. Ο λαιμός και ο κορμός είναι αιχμάλωτοι της βαρύτητας. Στον πρώτο μήνα αρχίζει να ασκεί κάποιον έλεγχο στη βαρύτητα και μπορεί να σηκώνει το σαγόνι του, όταν είναι μπρούμυτα. Στο δεύτερο μήνα στηριζόμενο στα χέρια ανασηκώνει το στήθος του, ενώ στον τέταρτο μήνα κάθεται με τη βοήθεια κάποιου άλλου.
Στον έβδομο μήνα κάθεται μόνο του και στον όγδοο μήνα αρχίζει να στέκεται όρθιο, όταν το υποβαστάζουν. Στο δέκατο μήνα αρχίζει να έρπει και στον ενδέκατο μήνα κάνει τα πρώτα βήματα. Στο δέκατο τέταρτο μήνα σηκώνεται μόνο του όρθιο και από τον δέκατο πέμπτο μήνα μπορεί πλέον να περπατά μόνο του.
Βέβαια, όλα τα παραπάνω αφορούν τα βρέφη ως σύνολο. Υπάρχουν, όμως, μεγάλες ατομικές διαφορές. Κάποια παιδιά κατακτούν αυτά τα στάδια νωρίτερα, ενώ άλλα πολύ αργότερα.
Συντονισμός χεριού - ματιού
Καθορισμένα στάδια ακολουθεί και η ικανότητα του παιδιού να συντονίζει το χέρι και το μάτι, να κατευθύνει οπτικά το χέρι του και να πιάνει τα αντικείμενα στο χώρο.
Αν τοποθετήσουμε μέσα στο οπτικό πεδίο του βρέφους ένα ενδιαφέρον αντικείμενο, στον πρώτο μήνα το μωρό θα κοιτάξει το αντικείμενο, χωρίς όμως να κάνει κάποια προσπάθεια να το πιάσει. Στις 45 ημέρες θα τεντώσει το χέρι του να το πιάσει, αλλά θα είναι εντελώς εκτός στόχου. Στον 4ο μήνα θα κινήσει το χέρι του προς την κατεύθυνση του αντικειμένου, θα εναλλάσσει το βλέμμα του μεταξύ χεριού και αντικειμένου και προοδευτικά θα καθοδηγεί το χέρι του προς το αντικείμενο και πιθανώς να το φτάσει.
Στον 5ο μήνα μπορεί με ευστοχία να κατευθύνει το χέρι του προς το στόχο και να πιάσει το αντικείμενο. Βέβαια, σ’ αυτό το μήνα μπορεί μεν να πιάσει και να κρατήσει στο χέρι του ένα αντικείμενο, όμως δε μπορεί να το κρατάει σταθερά, γιατί δε μπορούν ακόμη να συνενεργήσουν ο αντίχειρας και τα δάκτυλα (το μωρό πιάνει με την παλάμη). Τα δάκτυλα αρχίζουν να συμμετέχουν αποτελεσματικά στη λαβή αντικειμένων τον 9ο μήνα, ενώ τον 15ο μήνα έχει αναπτυχθεί πλήρως ο συντονισμός αντίχειρα και δακτύλων.
Έλεγχος των σφιγκτήρων
Το νεογέννητο στερείται του νευροφυσιολογικού μηχανισμού για ένα σκόπιμο και ηθελημένο έλεγχο της απέκκρισης (της ουροδόχου κύστης και του εντέρου). Η απόκτηση αυτής της ικανότητας, επειδή περιλαμβάνει την αναστολή διεργασιών που στην αρχή είναι αυτόματες, συμβαδίζει με την ωρίμανση του νευρικού συστήματος και είναι βραδεία.
Τα όργανα και η διαδικασία της απέκκρισης είναι περιβεβλημένα με μυστικότητα, υποψία και ντροπή. Είναι συνδεδεμένα με την έλλειψη καθαριότητας, καθώς επίσης και με συναισθήματα ενοχής για το γυμνό και τα γεννητικά όργανα. Οι γονείς δεν πρέπει να επείγονται το παιδί τους να αποκτήσει έλεγχο σφιγκτήρων το ταχύτερο δυνατό. Η στάση και ο τρόπος που οι γονείς ασκούν το παιδί στη χρήση της τουαλέτας διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ψυχολογικά ανάπτυξή του.
Συχνά, οι γονείς θεωρούν την έλλειψη ελέγχου της κύστης, ακόμη και κατά τα δύο πρώτα χρόνια της ζωής, ως πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί με εξωτερική δική τους παρέμβαση. Η άκαιρη, όμως, παρέμβασή τους και η άσκηση πίεσης δημιουργούν επιπλοκές στην ψυχολογικά ανάπτυξη του παιδιού.
Ο Φρόιντ υποστηρίζει, ότι τα ερεθίσματα που συνδέονται με την απέκκριση είναι ερωτικής φύσης και παίζουν μεγάλο ρόλο στην ψυχοσεξουαλική ανάπτυξη του παιδιού. Σύμφωνα με τις θεωρητικές απόψεις του ιδρυτή της ψυχαναλυτικής σχολής, ανεπιθύμητα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας έχουν τις ρίζες τους σε άκαιρες παρεμβάσεις των γονέων για επίσπευση της πορείας της απόκτησης ελέγχου της κύστης με αυστηρή και τιμωρητική συμπεριφορά.
Αν οι προσπάθειες του παιδιού να ικανοποιήσει τα πρωτογενή “πρωκτικά” του ενδιαφέροντα εμποδιστούν, το άτομο αποκτά τα χαρακτηριστικά “πρωκτικού” τύπου: φιλαργυρία, τσιγγουνιά, μικρολογία, ψυχαναγκαστικές τάσεις, τιμωρητικότητα και αυστηρότητα προς τον ίδιο και τους άλλους.
Πηγή: Ιωάννης Ν. Παρασκευόπουλος. Εξελικτική ψυχολογία. Η ψυχική ζωή από τη σύλληψη ως την ενηλικίωση (τόμος 1)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου